Τετάρτη 24 Ιουνίου 2009

City End...

(δημοσιεύτηκε στο e-tetradio.gr στις 23 Ιουνίου)

Το ξέρεις εδώ και χρόνια ότι έχεις το προνόμιο να ανήκεις στους λίγους που το πρωινό της Δευτέρας και η αυτονόητη επιστροφή στη δουλειά δεν σημαίνει αγγαρεία, αγκομαχητά και αντίστροφη μέτρηση προς την Παρασκευή. Το ραδιόφωνο είναι για πολλούς από μας ψυχοθεραπεία επί πληρωμή. Και γι αυτό το λόγο νοιώθεις ένοχα να έχεις τον τίτλο του προνομιούχου.
Ένα τέτοιο πρωινό Δευτέρας καταλαβαίνεις ότι αυτό το προνόμιο μπορεί εύκολα να καταρρεύσει μέσα στις λίγες γραμμές μιας ανακοίνωσης. Την ώρα που χαζολογάς ανενδοίαστα στο Facebook, η βόμβα σκάει στο προφίλ ορισμένων: Κλείνουν City και Ελεύθερος Τύπος. Στην αρχή μοιάζει σαν ανέκδοτο, αλλά οι συνεχείς κλήσεις στο κινητό σου από συναδέλφους και φίλους έρχονται να επιβεβαιώσουν το «ανέκδοτο».
Σηκώνεσαι άρον- άρον και μπαίνεις στο αυτοκίνητο. Καρφώνεις το ραδιόφωνο στους 99.5 που σου κάνει πλάκα παίζοντας το I don’t like Mondays. Το κομμάτι δεν παίζει όλο. Διακόπτεται από τις φωνές των διευθυντών σου. Η πρώτη φράση «Όλα τα όμορφα τελειώνουν μία μέρα» σε κάνει έξαλλο και φωνάζεις προς το δέκτη «Άσε τη σαπουνόπερα ρε Προβή και μπες στο ζουμί!», γιατί θεωρείς ότι δεν είναι ώρα να συγκινείσαι αλλά να οργίζεσαι. Διαβάζουν την ανακοίνωση της ιδιοκτησίας ευχαριστούν τους εργαζομένους και εκεί είναι που ακούς το απίθανο: «Θα πρέπει να πούμε ότι η στάση της ιδιοκτησίας είναι μια έντιμη στάση»!!! Ο μόνος λόγος που δε σπας το ραδιόφωνο είναι ότι είναι μόλις δύο μηνών και πλέον είσαι απολύτως άνεργος για να πληρώνεις κι άλλα σπασμένα. Φτάνοντας στο Blue Land Center (έτσι ονομάζεται το κτίριο του «μαγαζιού») βλέπεις Πακιστανούς εργάτες να σπάνε πυρετωδώς το πεζοδρόμιο στην είσοδο του πάρκινγκ προφανώς έτοιμοι για νέο έργο υποδομής… Άλλοι ποτίζουν και κλαδεύουν τα λουλούδια της εισόδου, σαν να μη συνέβη τίποτα. Μπαίνεις μέσα. Οι ηλεκτρονικές κάρτες εισόδου ευτυχώς λειτουργούν ακόμα (μέχρι την Παρασκευή όπως θα μάθεις αργότερα) Το κτίριο τόσο θορυβώδες, όσο ποτέ στον ενάμιση χρόνο που βρίσκεσαι εκεί. Πηγαδάκια, καφέδες σε όλα τα χέρια, ποτήρια με αλκοόλ σε λιγότερα, κάποιοι σε κάποια γωνιά αποφασίζουν να κάνουν μόνοι τους τον πρώτο απολογισμό, να μετρήσουν το κόστος της ανακοίνωσης που τους ανακηρύσσει με συμβολαιογραφικό τρόπο άνεργους.
«Παιδιά, γενική συνέλευση στις 5», ακούς από κάποια στόματα. Καμία αντίδραση. Το νέο είναι φρέσκο και έχουμε αρκετές ώρες μπροστά μας. Μπαίνεις στο μπαρ που ασφυκτιά απ’ τον κόσμο. Στο βάθος ο Τζιμάκος. «Το ήξερες ρε Τζίμη» «Όχι ,βέβαια». Ήταν άλλωστε στην ώρα του που αντί να αρχίσουν τα γκάζια της οργιώδους φαντασίας του, διαβάζονταν ανακοινώσεις.
Έχω φέρει μαζί μου σκληρό δίσκο και μπαίνω στα edit για να αντιγράψω τα αρχεία ενός χρόνου και κάτι… Απ’ έξω κάποια ψίθυροι στα πηγαδάκια, αλλά και τρανταχτά γέλια. Σε λίγο σε ένα «γελαστό» πηγαδάκι βρίσκομαι κι εγώ. Προσπαθούμε να αποφορτίσουμε. Διερευνούμε τις νέες επαγγελματικές προοπτικές. Μια συνάδελφος μας ενημερώνει ότι το γάλα της γαϊδάρας επιδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δίνοντας κτηνοτροφικό αέρα στο ενδεχόμενο μέλλον μας.
Επί 5 ώρες νοιώθεις ότι ο αριθμός των εργαζομένων στο χώρο έχει πενταπλασιαστεί. Όλος αυτός ο κόσμος συρρέει στις 5 στο χώρο που βρίσκεται μπροστά στα στούντιο του City. Οι εκπρόσωποι μιλούν πρώτοι και ζητούν να εκλεγεί προεδρείο για τον συντονισμό της συζήτησης. Μπροστά βρίσκονται κυρίως δημοσιογράφοι. Λίγοι τεχνικοί, πιο πίσω το διοικητικό προσωπικό, κάποιοι ηχολήπτες και οι τηλεφωνήτριες στο βάθος.
Κάποιοι ζητούν να ανοίξουν τα air- condition, αλλά τα air- condition είναι ανοιχτά, απλώς δεν έχουν συνηθίσει να διαχειρίζονται τις κάπως πιο θερμές ανάσες εκατοντάδων απολυμένων.
Ανάβουν και τα πρώτα τσιγάρα στο χώρο, όπου κανείς δεν είχε πριν καπνίσει. Όταν βρίσκεσαι υπό πίεση, μπορεί να αποκτήσεις εφηβική στάση απέναντι στις μέχρι τώρα απαγορεύσεις. Στη αρχή το κλίμα θυμίζει φοιτητική συνέλευση. Πολύς θόρυβος, οι πίσω δεν ακούν καθαρά, κάποια φωνή δυναμώνει, αλλά τελικά το προεδρείο εκλέγεται πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι περιμένεις.
Κοτρώτσος και Προβής καλούνται να συνεισφέρουν στην ενημέρωση μας για το τι έγινε. Λίγα λόγια, άχρωμα «Δεν ξέρω, δεν είδα, δεν άκουσα». Η εποχή που οι διευθυντές καλούσαν τους υφισταμένους τους έχει περάσει ανεπιστρεπτί, Τώρα καλούνται από τις συνελεύσεις και καταθέτουν σαν μάρτυρες σε δικαστήριο, χωρίς να προσφέρουν το παραμικρό στη διαλεύκανση του «εγκλήματος».
Διαβάζεται το προσχέδιο της ανακοίνωσης των εργαζομένων, μικροαντάσεις, κάποιοι επιμένουν να τονιστούν οι πολιτικές ευθύνες για την κατάσταση στα ΜΜΕ, κάποιοι ζητάμε να λειτουργήσει άμεσα ο σταθμός, αλλά το αίτημα απορρίπτεται (προς το παρόν) γιατί θα είμασταν, λέει απεργοσπάστες. Μέλη του προεδρείου της ΕΣΗΕΑ μας ενημερώνουν απουσία του μέχρι πρότινος προέδρου και νικητή των εκλογών στην Ένωση, που προφανώς ήταν απασχολημένος με κάποια «Σέξτα» επαναστατών.
Ξαναδιαβάζεται η ανακοίνωση, άλλοι προσπαθούν να βρουν μια δροσερή γωνιά, άλλοι βγαίνουν στο καπνιστήριο. Νέα πηγαδάκια δημιουργούνται. Και μέσα στο χώρο και στο καπνιστήριο συνδικαλιστές δημοσιογράφοι λογομαχούν με συνδικαλιστές τεχνικούς. Πώς λέμε η ισχύς εν τη ενώσει; Καμία σχέση.
Βρισκόμαστε σε απεργία. Σήμερα πορεία και ενδεχομένως νέες αποφάσεις. Μερικοί σηκώνουν τα κινητά τους και βιντεοσκοπούν το χώρο. Αυτό το χώρο που για όλους ήταν χλιδάτος, όπως τα όνειρα της ιδιοκτησίας, για άλλους μοντέρνος, για μένα μάλλον απρόσωπος. Ένας χώρος που δεν πρόλαβε να γίνει το «σπίτι» μας. Ήταν καιρό τώρα που είχαμε αυτό το απροσδιόριστο αίσθημα ότι κατοικούμε επαγγελματικά σε κάτι που νοικιάζαμε με την ώρα.
Καθώς ο χώρος αδειάζει, δεν σκέφτομαι τα δάνεια μου, τη ΔΕΗ του Αυγούστου. Δεν ψάχνω ακόμα για το επόμενο βήμα.
Κοιτώντας το άδειο στούντιο, μένω με το παράπονο ότι δεν πρόλαβα να πω από το μικρόφωνο ένα «γεια σας ρε παιδιά, τα ξαναλέμε», αυτό που αυτονόητα λες στην καθημερινή σου παρέα. Αλλιώς θεωρείσαι αγενής. Αλλά ποιος κάθεται να μιλήσει για αγένειες και ευγένειες, όταν τα χρηματοοικονομικά μεγέθη σου βγάζουν κόκκινη κάρτα και πρέπει να βγεις εσπευσμένα από το γήπεδο…»

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2009

Οραματική ποίηση για το Μουσείο!

Προχθές που έβλεπα στη ΝΕΤ τα εγκαίνια του Μουσείου
Φωνή βαθιά ακούστηκε, θαρρώ φωνή Κυρίου.
Μαζί με τη φωνή αυτή, άκουγ’ αγγέλων άσμα
δεν ήτανε ψευδαίσθηση από το surround της plasma

«Δημήτριε αμαρτωλέ, κάθεσαι και τα ξύνεις,
και στα λαμπρά εγκαίνια συ το παρόν δε δίνεις;
Μου είπε με αγανάκτηση ο Κύριος ο Θεός μου
κι απ’ τη μεγάλη ταραχή ίδρωσε ο λαιμός μου

«Μ’ αφού δεν είχα πρόσκληση Κύριε και Πατέρα
πώς να τιμήσω ο χαμερπής ετούτη εδώ τη μέρα;»
«Αφού δεν ήρθε ο Ερντογάν υπήρχε θέση άδεια
αν το ‘λεγες στον Σαμαρά, θα σου ‘χε δώσει άδεια»

Πάγωσα, έμεινα άγαλμα απ’ την οργή του θείου
ωσάν αυτά που πια κοσμούν τους χώρους του μουσείου
Μα πριν προλάβω απ’ το σοκ λιγάκι να ισιώσω
έπρεπε πάλι προσοχή στα λόγια Του να δώσω.

«Δημήτριε σε επέλεξα ανάμεσα στους άλλους
Να φέρεις πίσω μάρμαρα από Άγγλους κι από Γάλλους
Εσύ είσαι ο συνεχιστής του έργου της Μερκούρη
Κουνήσου ανεπρόκοπε, μην κάθεσαι σαν τ’αγγούρι!

Αύριο θα βρίσκεσαι εκεί, Λονδίνο ντάουν τάουν,
σου έχω κλείσει ραντεβού στου Γόρδωνα του Μπράουν.
Κοίτα να είναι επιτυχής αυτή η αποστολή σου
αλλιώς θα κάνω κόλαση την άχαρη ζωή σου»

Δεν ξέρω αν το όραμα υπήρξε στα αλήθεια
ή είναι μια παραίσθηση, μια σκέψη μου ηλίθια.
Ίσως να είν’ impossible ετούτο δω το mission
ίσως και να κοιμήθηκα με ανοιχτό air condition

Κυριακή 21 Ιουνίου 2009

Φρέσκο Soulta Ferta

Αφού το φιλοθεάμον κοινό του blogoκαταστήματος είχε όλο το χρόνο να απομνημονεύσει τις εκπομπές του Soulta Ferta του Απριλίου, τώρα το παλαιό προϊόν αποσύρεται και στη θέση του, υπάρχουν στη διάθεση των αυτιών σας οι εκπομπές της 17ης και της 18ης Ιουνίου.
Το player βρίσκεται δεξιά κάτω από το ρολόι και ξεκινά αυτομάτως με το μπαίνετε στο blog. Αν δεν θέλετε ακρόαση εκπομπών απλώς πατάτε pause και συνεχίζετε την ανάγνωση (με την προϋπόθεση ότι ο ακαταμάτης blogger θα αποφασίσει να αναρτήσει κάτι καινούργιο)

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2009

OFF!


Η ασπρόμαυρη τηλεόραση των παιδικών μου χρόνων, που «διασκέδαζε» τα απογεύματα και τα βράδια της δεκαετίας του ’70, ήταν URANYA, με έναν θορυβώδη μοχλό πάνω δεξιά, να περιμένει το θεατή να έρθει κοντά του κάθε φορά που αποφάσιζε να αλλάξει κανάλι… Για την ακρίβεια να επιλέξει ένα από τα δύο κανάλια της τότε κρατικής προπαγάνδας.

Η σημερινή SONY BRAVIA που κοσμεί το σαλόνι μου είναι –θεωρητικά- πιο αθόρυβη, διαθέτει τηλεκοντρόλ, με το οποίο επιλέγεις ανάμεσα στην φλύαρη ομοιομορφία των ισχυρών ιδιωτικών, την φλύαρη πλήξη των κρατικών και την φλύαρη ελαφρότητα των υπολοίπων. Στην κατηγορία «υπόλοιπα» περιλαμβάνονται πολιτικές εκπομπές με κιτς ή trash πινελιές, τα περισσότερα γηροκομεία πρώην δημοφιλών τηλεπαρουσιαστών ή εκτροφεία ματαιόδοξων μετριοτήτων που ονειρεύονται καριέρες Πρετεντέρη, εξ ευωνύμων της Όλγας που Τρέμη… περιλαμβάνονται επίσης πλούσια telemarketing με εμμονές στα όργανα γυμναστικής, ακατανόητης χρησιμότητας κόφτες που μπορούν να τεμαχίσουν το καρότο σε 42 σχήματα, σπρέι για τη φαλάκρα, κρέμες για τσιτωμένα δέρματα και συλλογές με καμπουρογαμόσαυρους της ροκ ή light εκδοχές κλασικών έργων κατάλληλα διασκευασμένων για σουπερμάρκετ ή ασανσέρ κτιρίων του Βωβού. Στα «ορεινά» των συχνοτήτων υπάρχουν μικρές τσοντο-γεύσεις με κυρίες που τρίβονται ηδυπαθώς για να σε οδηγήσουν στα υψηλής χρέωσης νούμερα που στριμώχνουν από κάθε πλευρά την «υγρανθείσα».

Όλο αυτό είναι αναμενόμενο όταν ζεις στην Ελλάδα του 2009. Αυτό που δεν είναι αναμενόμενο, κατά τη διάρκεια ενός απλού καθημερινού ζάπινγκ, είναι να σταματήσει να υπακούει στις εντολές του αντίχειρα σου το τηλεκοντρόλ και ειδικώς το κομβίον που περιγράφεται ως «μείωση ήχου». Όταν η κακιά στιγμή σε φέρει σε ένα από τα telemarketing, όπου εκστασιασμένος Βαυαρός αποθεώνει στην έκπληκτη Χέλγκα, που βρίσκεται δίπλα του, τις αρετές του γερμανικού κόφτη, ο ήχος βρίσκεται 100 ντεσιμπέλ πάνω από τη νηφάλια ΕΤ3 και το τηλεκοντρόλ αποφασίζει να μην υπακούσει. Και τότε συνειδητοποιείς πόσο όμηρος του τηλεκοντρόλ έχεις γίνει. Πριν από αρκετά χρόνια θα έτρεχες προς την τηλεόραση και θα μείωνες από κει τον ήχο. Όμως εσύ για να γλυτώσεις από τις φωνές του Βαυαρού, κάνεις ζάπινγκ, αλλάζεις κανάλια και έτσι προσφέρεις στους γείτονες τον Βαυαρό, την «υγρανθείσα», περιγραφή της τακτικής των αγριόσκυλων της νοτιοδυτικής Αυστραλίας όταν κατασπαράσσουν αθώο βοοειδές στον ΣΚΑΙ, τα «κοκοράκια» της ξανθιάς σε trash τηλεπαιχνίδι με άγνωστες λέξεις και το κουπλέ από το νέο σουξέ αναδυόμενης σκυλούς.

Θα σου πάρει αρκετά λεπτά μέχρι να σκεφτείς να κλείσεις την μπαλκονόπορτα για να μην καταρρεύσει εντελώς το κοινωνικό προφίλ που έχτιζες τόσα χρόνια. Και θα σου πάρει ακόμα περισσότερα λεπτά να σκεφτείς ότι το τηλεκοντρόλ, που δροσίζεται πλέον με τον κρύο ιδρώτα σου, έχει και επιλογή OFF.

Κλείνεις την Sony και σκέφτεσαι, από τη μία το σύνθημα του Δεκέμβρη στους τοίχους της πόλης (Δε σε Sony) και από την άλλη ότι σε λίγο καιρό η Sony θα ταξιδεύει στα τηλε-ουράνια για να βρει της URANYA των παιδικών σου χρόνων. Στο ενδιάμεσο θα βγαίνεις από το σπίτι χωρίς να κοιτάς τα μπαλκόνια των γειτόνων, φοβούμενος ότι σε έχουν κατατάξει πλέον στους αδηφάγους καταναλωτές του τηλεοπτικού trash κι όλα αυτά γιατί δεν σκέφτηκες να σηκωθείς από τον καναπέ σου για να πατήσεις το απολύτως ευδιάκριτο OFF…

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2009

Η «δημοφιλής» μου απουσία…



Θρίαμβος! Νίκη! Ανάσταση!
Όλα αυτά θα μπορούσα να φωνάζω από χθες το βράδυ με τηλεβόα στους δρόμους της πόλης, αφού ανήκω σ’ αυτό το μεγαλειώδες 48% που αρνήθηκε τη συμμετοχή του στις ευρωεκλογές και τώρα θα ζει με την ψευδαίσθηση ότι ταρακούνησε το πολιτικό κατεστημένο, ότι είπε ένα μεγάλο όχι στην επίμονη, διαλυτική εμμηνόπαυση της μεταπολίτευσης.

Είμαι βέβαιος ότι πολλοί από τους απόντες θα θεωρούν ότι ανήκουν στους συντελεστές ενός κοσμοϊστορικού γεγονότος που – σχεδόν μεταφυσικά- συντελέστηκε δια της απουσίας τους. Μόνο που σ’ αυτήν την περίπτωση δεν μπορείς να πεις «ήμουν κι εγώ εκεί», πολύ απλά γιατί εκεί που ήσουν ήταν μια παραλία, μια ταβέρνα ή το σαλόνι σου.

Από την άλλη έχεις ένα δυσάρεστο συναίσθημα: ότι θα πρέπει να συνηθίσεις στην ιδέα να «συγκατοικείς» στις αναλύσεις με τον – πολυπληθή είναι η αλήθεια- απολίτικο χυλό, που αναζητά την ευδαιμονία του με πολιτικές απόψεις που έχουν τη ζωντάνια εγκεφαλογραφήματος κλινικά νεκρού. Της μάζας που «διασκεδάζει» με ατάλαντες καψουροντίβες και «ξεδίνει» με Πετρούλες και τον ανάλαφρο κανιβαλισμό της ενημέρωσης από το Star, χωρίς να μπει στον κόπο να εντρυφήσει στις αναλύσεις του διευθυντή του καναλιού για το μέλλον της Κεντροαριστεράς (που αν κρίνουμε από τα πλάνα των «ρεπορτάζ», αλλά και από τα ποσοστά των σοσιαλιστών στην Ευρώπη, προβλέπεται, με απόλυτη βεβαιότητα, του κώλου).

Αν ψάξω να βρω άλλοθι, που να με διαφοροποιούν θα βρω πολλά. Αλλά πολύ φοβάμαι ότι αναζητώντας αυτά άλλοθι θα πέσω στην ίδια ευκολία που χρησιμοποιεί το μεταπολιτευτικό σκηνικό ( από την ακροδεξιά μέχρι την εξωκοινοβουλευτική αριστερά) για να εξηγήσει τις ήττες του. Ότι δηλαδή κάποια κακόβουλα και ύποπτα κέντρα, ξένα και εγχώρια, κάποια άθλιοι προβοκάτορες προσπαθούν να διαβάλλουν την αγνή μου απουσία και να αποδυναμώσουν το πολιτικό της μήνυμα.

Όλοι εμείς οι απόντες πρέπει σιγά- σιγά να παραδεχτούμε ότι προσπαθούμε να ενώσουμε τις πολιτικές μας μοναξιές, αναζητώντας αυτό το «άλλο συλλογικό κάτι», χωρίς ίχνος συλλογικότητας.
Αναζητώ το απροσδιόριστο κάτι, χωρίς να κουνηθώ στιγμή από την πολυθρόνα που κατάφερα να συναρμολογήσω με εξαιρετική επιτυχία ακολουθώντας τις οδηγίες του φυλλαδίου του ΙΚΕΑ. Αρνούμαι ουσιαστικά να συνθέσω το κάτι νέο και φρέσκο, περιμένοντας τη μεταβολή, σαν μέλος παραθρησκευτικής οργάνωσης, να πέσει από τον ουρανό.

Μ’ αυτόν τον τρόπο εμφανίσω σημάδια έντονης γραφικότητας προσπαθώντας να επιβεβαιώσω τη διαφορετικότητα μου, το «σκεπτόμενο προφίλ μου», παρακολουθώντας αφιερώματα στον ανεξάρτητο τσεχικό κινηματογράφο ή βγάζοντας κραυγές μέθης όταν ακούω τον καινούργιο τζαζ – φανκ- εθνικ ήχο από το νεοδημιουργηθέν σχήμα με μουσικούς από την ανατολική Ολλανδία και το Νοτιοδυτικό Μπαλί με την προσθήκη Κούρδου βιρτουόζου στο σάζι.

Το παιχνίδι παραμένει στα χέρια των διαχειριστών της μεταπολίτευσης. Και εκεί, προς το παρόν, θα παραμείνει, όσο προσπαθώ να συνθέσω την μετα-μεταπολίτευση δίνοντας το βροντερό μου «απών», χωρίς να θεωρώ σκόπιμο να απολογηθώ, χωρίς να δίνω εξηγήσεις ούτε καν στον εαυτό μου, χωρίς να έχω έτοιμη την απάντηση, όταν μετά από δεκαετίες, στα βαθιά γεράματα, θα ρωτηθώ από τον τότε πιτσιρικά, γιατί απουσίασα τόσο προκλητικά από τον παρόν μου και κυρίως γιατί απουσίασα τόσο κυνικά από το μέλλον του…